Ο γενικός εισαγγελέας του Μαυροβουνίου κατηγόρησε Σέρβους και Ρώσους εθνικιστές για οργάνωση εγκληματικής ομάδας με στόχο την ανατροπή της κυβέρνησης του Μίλο Τζουκάνοβιτς την ημέρα των γενικών εκλογών που πραγματοποιήθηκαν στις 16 Οκωβρίου.
Ο ειδικός Εισαγγελέας για το Οργανωμένο Έγκλημα, Μιλιβόιε Κάτνιτς, ανέφερε ότι τα αποδεικτικά στοιχεία είναι επαρκή και καθόρισε ότι η εγκληματική ομάδα σχηματίσθηκε με ανθρώπους από τη Ρωσία, τη Σερβία αλλά και το Μαυροβούνιο.
Μια ομάδα 20 Σέρβων και Μαυροβούνιων, μερικοί από τους οποίους είχαν πολεμήσει με τους φιλορώσους αυτονομιστές στην ανατολική Ουκρανία, συνελήφθησαν στην Ποντγκόριτσα, πρωτεύουσα του Μαυροβουνίου. Στη Σερβία, εν τω μεταξύ, αρκετοί Ρώσοι υπήκοοι ύποπτοι για τον συντονισμό του πραξικοπήματος, πιάστηκαν με 120.000 ευρώ και στολές ειδικών δυνάμεων.
Σύμφωνα με τον ίδιο, ο στόχος τους ήταν η ανατροπή του Τζουκάνοβιτς, λόγω του ότι στο προεκλογικό του πρόγραμμα προωθούσε την ένταξη του Μαυροβουνίου στην Ευρωπαϊκή Ένωση και στο ΝΑΤΟ.
Την ημέρα των εκλογών, στις 16 Οκτωβρίου, μια ομάδα από 20 πολίτες της Σερβίας, συμπεριλαμβανομένων και του πρώην διοικητή της σερβικής χωροφυλακής, Μπρατισλάβ Ντίκιτς, συνελήφθη με την κατηγορία του σχεδιασμού πραξικοπήματος.
Οι υπηρεσίες ασφαλείας πιστεύουν ότι τα εν λόγω πρόσωπα, σε συνεργασία με εντόπιους σχεδίαζαν να καταλάβουν το Κοινοβούλιο, να σκοτώσουν τον πρωθυπουργό Τζουκάνοβιτς και να φέρουν στην εξουσία την αντιπολίτευση, η οποία έχει διατρανώσει τη φιλορωσική πολιτική της.
Σύμφωνα με την εφημερίδα Danas, οι Ρώσοι είχαν επίσης εξοπλισμό κρυπτογράφησης και ήταν σε θέση να παρακολουθούν τα ίχνη του Τζουκάνοβιτς.
Διπλωματικές πηγές ανέφεραν στον Guardian, ότι η κυβέρνηση του Βελιγραδίου απέλασε ήσυχα τους Ρώσους, μετά την παρέμβαση του επικεφαλής του ρωσικού Συμβουλίου Ασφαλείας, Νικολάι Πατρούσεφ, ο οποίος πέταξε στο Βελιγράδι στις 26 Οκτωβρίου, σε μια προφανή προσπάθεια να περιορίσει το σκάνδαλο. Ο υπουργός Εσωτερικών της χώρας, Νεμπόισα Στεφάνοβιτς αρνήθηκε ότι η κυβέρνηση πραγματοποίησε απελάσεις που συνδέονται με την απόπειρα.